Τετάρτη 21 Ιανουαρίου 2015

Η Τζιχάντ είμαι εγώ

Οι καλύτεροι στο φόνο είναι αυτοί που κηρύττουν εναντίον του. Τσαρλς Μπουκόφσκι.

Μου αρέσει που ο τελευταίος άγιος της Εκκλησίας μας πήγε από καρκίνο του προστάτη επειδή μάλλον δεν πολυχρησιμοποιούσε το όργανό του. Μου αρέσει που ο Κρίστοφερ Χίτσενς, αφού έγραψε το βιβλίο του «ο Θεός δεν είναι μεγάλος», πήγε κι αυτός από καρκίνο. Μου αρέσει που εκείνος ο τρελαμένος με την υγιεινή διατροφή και το τζόγκινγκ πέθανε ενώ έκανε τζόγκινγκ. Μου αρέσουν όλες αυτές οι ιστορίες. Έχουν πλάκα, δε νομίζετε; Πιο πολύ μου αρέσει που εκείνη η πορνοστάρ, η Νάντια Στάιλς, αφού γύρισε κάμποσες τσόντες όλων των ειδών, μετάνιωσε για ό,τι σπέρμα είχε καταπιεί. Εμφανίστηκε δακρυσμένη και υποσχέθηκε να μεταφέρει από δω και στο εξής το μήνυμα του αληθινού Κυρίου. Μου άρεσε, δε, ακόμα περισσότερο όταν επέστρεψε στη Βιομηχανία μετά από 2-3 χρόνια για να ρουφήξει το καυλί του Μαντίγκο. Γενικά λατρεύω τις φάρσες που αφορούν στο τι προσκυνάει ο καθένας και τις ανατροπές τους. Για δεξιούς που έγιναν αριστεροί και για αριστερούς που έγιναν δεξιοί, ας μη μιλήσουμε, θα πάρει χρόνο. Δεν ήξερα το Σαρλί Εμπντό και γι'αυτό δεν σκέφτηκα την άποψή μου τις προηγούμενες μέρες. Επισκέφτηκα ωστόσο την Athens Voice, το Protagon και άλλα σάιτ για να μάθω τι πρέπει να πιστεύω ως πολίτης ενός ανώτερου πολιτισμού. Εντέλει βρήκα αυτό το κείμενο από το 2006 που με εκφράζει αρκετά. Αγαπώ τη σάτιρα, αγαπώ όμως και τη διακριτικότητα, αυτό είναι το πρόβλημά μου. Προτιμώ το πίσω απ' την πλάτη, το χαμηλόφωνο, το χιούμορ που χρησιμοποιεί προφυλάξεις και διαθέτει αγάπη γι' αυτόν που σατιρίζει. Δεν μου αρέσει όταν γίνεται εξουσία, νόμος και δίκη. Και είναι μεγάλη εξουσία να μπορείς να κάνεις ανθρώπους να γελάνε. Η κατάχρησή της είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος.

Το παρακάτω περιστατικό είναι ασήμαντο αλλά έχει όλα τα συστατικά που βασανίζουν την παγκόσμια συνεννόηση: Προχθές ένας χιουμορίστας έγραψε στο Τουίτερ ότι η κρητική μουσική είναι για νεκρούς, πως ακούει να σκούζουν δελφίνια. Χαριτωμένο, αλλά έχει πει και καλύτερα! Όντως, πολλά κρητικά είναι απαίσια. Η μουσική της Κρήτης όμως δεν είναι ό,τι έχει ακούσει ο συγκεκριμένος στην ιδιωτική του τηλεόραση. Είμαι ήδη αρκετά θυμωμένος για την εικόνα που έχει πολύς κόσμος με ευθύνη των Μ.Μ.Ε. Εδώ ας πούμε τις προάλλες άκουγα καλπασμούς, μπορεί κάποτε να ακούσω και δελφίνια, τίποτα δεν αποκλείω. Επειδή είναι ο τρίτος ή ο τέταρτος που έκανε ατάκα την προκατάληψη και την άγνοιά του για το εν λόγω ζήτημα, επειδή εμένα αυτή η μουσική με κράτησε ζωντανό πριν ένα χρόνο, επειδή το δικό μου όριο στη βλακεία μπαίνει εκεί που ξεκινά το (θρησκευτικό;) συναίσθημά μου, εκνευρίστηκα και του έστειλα έναν Σταυρακάκη. Η φωνή του Βασίλη και η λύρα του Ross δεν θα του άφηναν περιθώρια αν καθάριζε τα αφτιά του. Έστειλα ένα τραγουδάκι κι εκείνος δεν απάντησε ποτέ. Ως ανώτερος; Ως πιο δημοφιλής; Ή απλά ως κάποιος που κάνει την πλάκα του και δεν παίρνει στα σοβαρά τον εαυτό του; Πάντως με αγνόησε επιδεικτικά. Έπρεπε να ακούσω τη σιωπή του: «Ήταν απλά μια ακόμη ατάκα που δεν ήθελε να πει τίποτα, νεαρέ». Εγώ όμως είμαι από άλλο ανέκδοτο. Η σιωπή μου στα Social Media είναι η αγάπη μου. Σκορπίζω ομορφιά και το βουλώνω γιατί έχω μπουχτίσει από αθλιότητα. Δε θα φτιάξω εγώ το ρωμαίικο, αμφιβάλλω αν μπορώ να του κάνω καλό με οποιοδήποτε τρόπο. Προτιμώ να διασκεδάζω μόνο αυτούς που θέλω. Προσπαθώ να μην προσβάλλω κανένα. Και δεν μου αρέσει να με υποτιμούν. Είμαι δηλαδή ένας κοινός σχεδόν άνθρωπος, με ιδιαίτερες ευαισθησίες, πολλά χαρίσματα και ισάριθμα ελαττώματα. Εκείνη την ώρα, λοιπόν, γούσταρα να ταπεινώσω την ευφυΐα που υπέθεσα πως νομίζει ότι μπορεί να έχει πάντα, το ομολογώ. Ξαναδιαβάστε την πρόταση αν μπερδευτήκατε γιατί σ'αυτήν βρίσκεται όλη η παρεξήγηση που η ανθρωπότητα δεν θα λύσει. Σκέφτηκα τον Άλι να γρονθοκοπεί τον Τερέλ: " What's my name, what's my name?". Και δεν ήθελα να πει το δικό μου όνομα, αλλά του Vasili Stavrakaki, του Μωάμεθ μου. Μη μου πείτε πως εσείς δεν έχετε δικούς σας. Δεν έχω χιούμορ όταν κάποιος προσβάλλει όσα αγαπώ; Έχω, αλλά όχι πάντα. Δεν θέλω να πάω στον Πνευματικό μου να εξομολογηθώ γι'αυτό. Δεν αμάρτησε ούτε αυτός, ούτε εγώ. Αν γνωριζόμασταν και πετούσε την ατάκα σε μία παρέα, το κλίμα θα ήταν χαλαρό, ίσως συνεννοούμασταν, ίσως και όχι. Το πιθανότερο είναι να μου έλεγε ότι αυτή είναι η γνώμη του, αλλά δεν παίρνει και όρκο. Εγώ θα αδιαφορούσα ως πολιτισμένος άνθρωπος, αφού ούτε την άδειά του χρειάζομαι ούτε την έγκρισή του για το τι παίζουν τα ακουστικά μου. Στο τέλος της συνάντησης μπορεί να είχαμε γίνει κολλητοί, να μην τον είχα εκτιμήσει αλλά αυτός να έλεγε σε όλους πόσο γαμάτος είμαι ή το αντίστροφο. Η απόσταση όμως, σε συνδυασμό με τη μούγγα του, την προσβολή που ένιωσα, τη συναισθηματική φόρτιση της συγκεκριμένης ημέρας και την αποδοχή της χαζομαρίτσας που έγραψε, με έκανε να σκέφτομαι πως θέλω να του κάνω ανφόλο, που είναι κάτι σα μπουκέτο, ας μην κοροϊδευόμαστε, παρόρμηση που καταπολέμησα επιτυχώς. Αν δεν την ομολογήσω, θα την καταπιέσω χειρότερα. Διαπίστωσα ξανά πόσο άδικος μπορώ να γίνω. Αν είχε πετάξει την ατάκα στα Ζωνιανά, τώρα θα τον κλαίγαμε και θα ήταν κρίμα να υπάρχει μόνο στις ιστορίες της πρώτης παραγράφου. Αναρωτιέμαι λοιπόν: Αν εγώ με την παιδεία που υποτίθεται πως έχω, αν εγώ που διαβάζω ποίηση, αν εγώ που γοητεύομαι από την εξαντλητική σκέψη και τη μεγάλη λογοτεχνία, αν εγώ που έχω σκοτώσει τους περισσότερους από τους Θεούς μου, αν εγώ που δεν έχω πειράξει άνθρωπο, τυραννιέμαι ακόμα από τέτοια ένστικτα, αχρείαστα και βλακώδη, ε λοιπόν, τότε, δεν μπορώ να το παίζω σοκαρισμένος από τον τζιχαντιστή. Εγώ είμαι η Τζιχάντ. Λυπάμαι, δηλαδή, δυτικέ μου πολιτισμέ, αλλά πάλι ψεύδεσαι, δεν έχεις καταλάβει τίποτα, δεν θες να εξηγήσεις τίποτα, είσαι δέκα φορές ένοχος και σ' έχω βαρεθεί.

Δεν καμαρώνω για τις ουρές στον Παΐσιο. Καταλαβαίνω όμως τα γεροντάκια. Καταλαβαίνω και τον πατέρα μου που όσο μεγαλώνει, αν και διάβασε χιλιάδες βιβλία, γυρνάει όλο και πιο συχνά τη συχνότητα στο 4Ε. Αγαπώ τους Έλληνες που πέθαιναν νέοι, που είχαν σοφούς κι όχι αγίους, που φιλοσοφούσαν και δεν ανέχονταν κανέναν πάνω απ’ το κεφάλι τους. Αλλά τους αγαπώ γιατί ακόμα το λέει η καρδιά μου. «Υπάρχει μεγαλύτερη παραίτηση από την πίστη;» Ο Σιοράν γνωρίζει την απάντηση, ωστόσο, συμπληρώνει γιατί δεν είναι ανόητος: «Η υγεία είναι το αποφασιστικό όπλο ενάντια στη θρησκεία. Βρείτε το οικουμενικό ελιξίριο: ο Θεός θα εξαφανιστεί αμετάκλητα. Είναι μάταιο να γοητεύσουμε τον άνθρωπο με άλλα ιδεώδη: θα είναι πιο αδύναμα και από τους αρρώστους. Ο Θεός είναι η σκουριά μας, η ανεπαίσθητη φθορά της υπόστασής μας». Ένας φίλος έχασε μάνα, πατέρα και αδερφή, τον έναν άνθρωπό του πίσω απ' τον άλλο σε διάστημα μερικών ετών. Δεν είχε καμία σχέση με τη θρησκεία και τώρα είναι στο Άγιο Όρος. Πήγα να τον κρίνω, θύμωσα μαζί του, του 'γραψα κάτι, το αποθήκευσα στα πρόχειρα κι έπειτα γύρισα μια μεγαλοπρεπή μούτζα στον εαυτό μου. Εσείς θα ήσασταν αλλού; Αυτό είναι το ερώτημα στο οποίο πρέπει να απαντήσουμε κι όχι από τη θέση ισχύος που βρισκόμαστε μονίμως. Η δική μας φλύαρη κοσμοθεωρία μπορεί να μην εκτελεί κόσμο (λέμε τώρα), αλλά σίγουρα όλα τα σφάζει και όλα τα μαχαιρώνει με την ίδια σκληρότητα ή με την ίδια ελαφρότητα, το ίδιο κάνει. Αν τα καταφέρουμε, ύστερα είναι εύκολο να καταλάβουμε γιατί αποτυγχάνει η σάτιρα να «φωτίσει» τον κόσμο. Τη σάτιρα, αλήθεια, θα τη φωτίσει κανείς ή μόνο σφαίρες έχουν απομείνει;

2 σχόλια:

Μανώλης Λυδάκης είπε...

Απολαυστικό + ουσιαστικό. Όπως πάντα :)

pasaenas είπε...

Το ερώτημα ήθελα να ξαναβάλω. Την αμφιβολία, ρισκάροντας ταυτόχρονα μια απάντηση. Αν πρόσεχες τις προηγούμενες μέρες ποιοι δήλωναν ότι είναι Σαρλί, σου γυρνούσαν τ' άντερα. «Αν είστε η ελπίδα, ζήτω η απελπισία», που λέει κι ο στίχος.